Ομολογώ δεν είναι η πρώτη φορά που ακούω το παραπάνω «επιχείρημα» ως δείγμα έρωτα, αγάπης, πάθους, θέλησης κι εγώ δεν ξέρω τί. Βέβαια έχω ακούσει κι άλλες παρόμοιες και γεμάτες ενθουσιασμό δηλώσεις του τύπου «Με πήρε τηλέφωνο μπροστά στην γυναίκα του, με βλέπει σοβαρά» ή «μου πάτησε like, με θέλει!» ή «‘έβαλε το τάδε τραγούδι στον τοίχο μου!».
Σίγουρα η αλληλεπίδραση στα social media δείχνει ένα ενδιαφέρον. Δείχνει ότι το άτομο που αλληλεπιδρά συχνά ή μόνιμα μαζί σου, ζητά την επαφή και ενδεχομένως θέλει κάτι από εσένα. Αυτό το κάτι όμως τί είναι; Έρωτας ή επιβεβαίωση; Αγάπη ή έγκριση; Να αγγίζεστε ή να πατάτε Χαιρετισμό ο ένας στον άλλον; Να ζείτε μαζί ή μέσω οθόνης; Να αγκαλιάζεστε ή να τσατάρετε;
Στον έρωτα τα πράγματα ήταν, είναι και θα είναι διαχρονικά.
Αυτός που σε θέλει αληθινά, βγαίνει στον κόσμο και το φωνάζει.
Σου κρατάει το χέρι στη βροχή, σκουπίζει το δάκρυ σου, γελά με τη χαρά σου.
Δεν ποστάρει δημόσια τον «έρωτά» του για’ σένα και μερικές ώρες μετά τον καταπίνει το μαύρο σκοτάδι.
Δεν βάζει τα αγαπημένα σας τραγούδια στον τοίχο σου γιατί τα ακούτε ήδη μαζί.
Δεν τον αναζητάς στο messenger, γιατί είναι πάντα εκεί.
Στο πλάι σου…
Όταν λοιπόν οι μεγαλύτεροι λένε πως όλα αυτά τα μαραφέτια είναι «του διαβόλου» μάλλον δεν εννοούν ότι είναι κακά αλλά ότι πέφτουν σε χέρια διαβολικά πλασμένων. Σε άτομα που τα κάνουν όπλο στη φαρέτρα τους ώστε με ένα σχόλιο, ένα like και ένα ταγκ να σε φέρουν ξανά στον δρόμο τους και να σου δείξουν τάχα ότι είναι εδώ για σένα…απ’ το σαλόνι του σπιτιού τους (στο οποίο να υποθέσω έχεις πατήσει όλο κι όλο…δυο φορές;).
Κι όταν πάρουν την ηλεκτρονική επιβεβαίωση ότι το κορόιδο είναι εκεί και περιμένει να του πετάξουν το κόκκαλο (άκα tag), αρχίζουν ξανά να παίζουν κρυφτούλι με το messenger και φτου κι απ’ την αρχή.