Έχω μία μεγαλύτερη αδερφή, μια μικρότερη, και μία δίδυμη. Πάντα αναρωτιόμουν, γιατί οι γονείς μου επέλεξαν εμένα, απ’ όλα τους τα παιδιά, να πάω να μείνω στο χωριό. Ήμουν μόλις 20 ημερών, όταν η μητέρα μου με έστειλε πολύ μακριά, στη γιαγιά μου. Με ξαπόστειλε, γιατί δεν μπορούσε να μας φροντίζει και τις τρεις. Αλλά ακόμα δεν καταλαβαίνω, γιατί αποφάσισε να δώσει εμένα.
Παρ’ όλο που, μετά από μερικά χρόνια, γύρισαν να με πάρουν, δεν ήθελα να αφήσω τη γιαγιά μου. Ήταν όλος μου ο κόσμος. Με το ζόρι αναγνώριζα εκείνους τους ανθρώπους που ήταν οι γονείς μου! Όταν μεγάλωσα, έμαθα ότι η ίδια μου η γιαγιά μεσολάβησε για να με πάρουν πίσω, γιατί, όπως έλεγε, η ζωή μου θα ήταν καλύτερη στην πόλη. Αλλιώς, οι ίδιοι δεν είχαν κανέναν τέτοιο σκοπό.
Η ζωή μου γύρισε τούμπα, πριν προλάβω να κλείσω τα δύο μου χρόνια. Η μετάβασή μου σε ένα νέο περιβάλλον, με νέους ανθρώπους, με άλλαξε ριζικά. Δεν είχα μάθει να ζητάω τίποτα από τους γονείς μου. Η μικρότερη αδερφή μου ήταν το αγαπημένο τους παιδί και όλα τα ωραία παιχνίδια πήγαιναν σε εκείνη. Η πρώτη μου σχολική τσάντα ήταν το πρώτο αληθινό μου δώρο! Οι γονείς μου, όμως, την έδωσαν στην αδερφή μου, επειδή είπε ότι την ήθελε εκείνη, και εμένα μου έδωσαν την παλιά, φθαρμένη τσάντα της μητέρας μου…
Όταν ήμουν μόλις 11 χρονών, ο πατέρας μου, μού ζήτησε να μάθω να μαγειρεύω, γιατί η μητέρα μου ήταν πολύ απασχολημένη με τη δουλειά της, η μεγάλη μου αδερφή είχε Πανελλήνιες, και η μικρότερή μου αδερφή ήταν, φυσικά, πολύ μικρή. Οπότε, το βάρος έπεσε σε μένα και τη δίδυμη αδερφή μου. Μου ζήτησε, επίσης, να προσέχω και τη μικρή μου αδερφή.
Ο πατέρας moy, δεν αγόρασε ποτέ τίποτα για μένα, και, όποτε το αποφάσιζε, τα καλύτερα πράγματα πήγαιναν στο αγαπημένο του παιδί. Το μόνο που μου έδιναν ήταν ό, τι περίσσευε ή ό, τι δεν ήθελαν, όπως έγινε και με το πρώτο μου κινητό. Στην κυριολεξία, οι γονείς μου αγόραζαν καινούρια πράγματα μόνο στη μεγαλύτερη και στη μικρότερη, ενώ εμείς οι μεσαίες δίδυμες ήμασταν, απλά, αόρατες. Αν και νιώθαμε πολύ άσχημα να μας αντιμετωπίζουν έτσι, δεν είπαμε ποτέ τίποτα σε κανέναν.
Ο πατέρας μου αγαπούσε μόνο όποιον ήταν άριστος μαθητής, και ίσως γι’ αυτό ποτέ δεν αγάπησε εμένα και τη δίδυμη αδερφή μου, καθ’ ότι ήμασταν κακές μαθήτριες. Προσπάθησα να γίνω καλύτερη και να μελετάω, ελπίζοντας ότι θα έκανα τους γονείς μου να με αγαπήσουν λίγο περισσότερο. Αλλά, έκανα λάθος. Πολλές φορές, οι γονείς δεν καταλαβαίνουν πόσο καταστροφικό είναι για την ψυχολογία ενός παιδιού, το να δείχνεις την προτίμηση σου σε ένα μόνο παιδί.
Ο πατέρας μου με απειλούσε πως, άμα δεν τα πήγαινα καλά στο σχολείο, θα με ξανάστελνε πίσω στο χωριό. Ποτέ δε με παρότρυνε ή με βοήθησε να γίνω καλύτερη μαθήτρια. Πέρασαν τα χρόνια, και ήρθε η ώρα των πανεπιστημίων. Ακόμα και όταν η μεγάλη μου αδερφή αποφοίτησε μετά από 4 χρόνια, έμενα μαζί της στην εστία και έκανα όλες τις δουλειές της.
Όταν παντρεύτηκε, η μικρή μου αδερφή μετακόμισε στην ίδια εστία για να συνεχίσω να κάνω και τις δικές της δουλειές. Για ακόμα μία φορά, οι γονείς μου μού ζήτησαν να τη φροντίζω. Όπως τότε που έπλενα τα ρούχα της, για να πάει σχολείο, τώρα έπλενα τα ρούχα που θα φορούσε στο πανεπιστήμιο. Δεν είχε αλλάξει τίποτα. Μου ζήτησαν, επίσης, να της μαγειρεύω, γιατί, όπως έλεγαν, το φαγητό της εστίας ήταν πολύ ανθυγιεινό για εκείνη. Έτσι, της μαγείρευα και έκανα όλες τις δουλειές της, σαν να ήμουν υπηρέτρια της.
Όπως και όταν ήμασταν μικρές, κάθε φορά που ο πατέρας μου μας επισκεπτόταν εκεί που μέναμε, θα έφερνε δώρα μόνο σε εκείνη και τίποτα σε μένα. Και κάθε φορά που ερχόταν, θα είχα να κάνω ένα σωρό δουλειές και να μαγειρεύω για εκείνον και την αδερφή μου.
Μία μέρα, μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι θέλει να με παντρέψει. Αντέδρασα, και είπα στη μητέρα μου ότι δεν ήθελα να παντρευτώ, αν και ήξερα ότι πιθανότατα δεν θα έκανε τίποτα γι ‘αυτό. Αλλά ήλπιζα ότι θα με καταλάβαινε, για μία και μόνο φορά, και ότι θα με άφηνε να αποφασίσω μόνη μου. Αλλά μάταια. Μου είπε ότι δεν έβλεπαν την ώρα να παντρευτώ και να με ξεφορτωθούν. Τα λόγια της με σόκαραν και αποφάσισα να μην περιμένω ποτέ ξανά τίποτα από εκείνη, μετά από αυτό το περιστατικό.
Όταν είδα για πρώτη φορά τον άντρα που επέλεξαν οι δικοί μου για μένα, δε μου άρεσε καθόλου. Αλλά, όλοι με έπεισαν να συμφωνήσω, γιατί ήταν καλό παιδί και από καλή οικογένεια. Μου έλεγαν, επίσης, ότι η εμφάνιση δεν έχει σημασία και ότι αυτό που μετρούσε ήταν πως συμφώνησε να με παντρευτεί χωρίς να ζητά προίκα. Και έτσι, παντρεύτηκα. Αλλά οι εκπλήξεις δε σταμάτησαν εδώ.
Στην πορεία έμαθα ότι οι γονείς μου, μού είπαν ψέματα ότι δεν έδωσαν προίκα. Αλλά αυτό που με πλήγωσε περισσότερο, ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς μου με περιέγραψαν στα πεθερικά μου, για να τους πείσουν να με παντρευτεί ο γιος τους. Τους είπαν ότι από τις τέσσερις κόρες, εγώ ήμουν η πιο υπάκουη. Δε θα απαιτούσα ποτέ τίποτα, δεν είχα καμία ιδιαίτερη προτίμηση σε τίποτα και ότι μαγείρευα τα πάντα.
Προσπάθησαν να με «πουλήσουν», λέγοντας ότι ήμουν ικανοποιημένη με τα αποφάγια!
Όταν το έμαθα, βγήκα εκτός εαυτού. Μέχρι τώρα, πίστευα ότι οι γονείς μου απλά προτιμούσαν την αδερφή μου από εμένα. Αλλά όταν άκουσα αυτά τα πράγματα, κατάλαβα ότι, όλα αυτά τα χρόνια, ήξεραν ακριβώς τί έκαναν και πόσο με πλήγωναν, και παρ’ όλα αυτά, συνέχιζαν. Θύμωσα με το ότι γνώριζαν πόσο απαράδεκτοι ήταν απέναντί μου, και όμως, δεν προσπάθησαν να αλλάξουν τίποτα!
Συνειδητοποίησα, τότε, ότι με άφησαν να σπουδάσω, μόνο και μόνο για να έχουν ένα λόγο παραπάνω να με παντρέψουν, και για να με ξεφορτωθεούν παντρεύοντάς με, αμέσως μετά το πτυχίο μου. Σήμερα, όλες οι αδερφές μου δουλεύουν, ενώ εγώ είμαι μια απλή νοικοκυρά, που φροντίζει όλη μέρα και όλη νύχτα τον άντρα της, και που δεν έχει δική της ταυτότητα. Δεν θέλω παιδιά γιατί μου θυμίζουν τα άσχημα παιδικά μου χρόνια. Είχα τόσα όνειρα και σχέδια για τη ζωή μου, και δεν κατάφερα να κάνω τίποτα.
Δεν ένιωσα ποτέ αγάπη και φροντίδα από κανέναν.
Σας ευχαριστώ που με ακούσατε.
Νικολέτα
Θέλεις να μοιραστείς ανώνυμα τη δική σου ιστορία;
Τη περιμένουμε στο info@singlewoman.gr