Κάποτε ένας άντρας με ρώτησε:
«Γιατί γράφεις;».
Και του απάντησα:
«Για να ξεφορτώσω από τις πλάτες μου, τις αμαρτίες που μου φορτώνετε».
Ένα βράδυ πήρα ένα σφυρί κι άρχισα να κοπανάω τα πόδια μου.
Ήθελα να μείνω εκεί καθηλωμένη, μόνη.
Ήθελα να μην ξαναπαλέψω με αυτούς.
Μέσα μου κολυμπούσαν κομμάτια.
Από τον καθένα και ένα.
Κάποια με λείες γωνίες και κάποια μυτερά.
Σε κάθε κίνησή τους, έπεφτα κάτω και σφάδαζα από τον πόνο.
Παρόλα αυτά πάντα ξεκινούσα να συλλέξω ένα καινούριο.
Αυτό που έτρεμα ήταν μήπως έρθει η μέρα που θα ερωτευτώ αληθινά και μόλις αυτός μπει μέσα μου τον κόψω.