«Είναι 10 το βράδυ. Η Μαρία έχει κοιμίσει το 3χρονο παιδί της και κάθεται στον καναπέ της να δει τη σειρά της στο Netflix…
(Σήμερα δεν τα κατάφερα να συνδεθώ με τον Κώστα όσο θα ήθελα. Αύριο θα είναι μια άλλη μέρα. Θα πάμε το πρωϊ κούνιες και θα είμαι εκεί μαζί του, θα παίξω και με τα αυτοκινητάκια του που θέλει πολύ. Θα προσπαθήσω όσο περισσότερο μπορώ. Είναι σημαντική η σύνδεση. Το ξέρω. Με παίρνει η ροή της ημέρας όμως. Έχω τόσες δουλειές. Και κάπως δεν γίνεται. Όχι, όχι αύριο θα συνδεθώ. Τελείωσε, το πήρα απόφαση)
Η Μαρία πίνει μια γουλιά από το κρασί της και συνεχίζει να βλέπει τη σειρά της ήρεμη.
(Κάτι πρέπει να γίνει με τα όρια όμως. Δεν με ακούει. Κάτι δεν κάνω καλά. Σήμερα ήθελε και δεύτερο χυμό και δεν ήξερα τι να κάνω. Μήπως είμαι πολύ επιτρεπτική; Αν όμως το απαγορεύσω, μήπως θα το θέλει πολύ και θα του γίνει εμμονή; Αλλά αν τον αφήσω και χαλαρό μετά θα χαθεί ο έλεγχος και θα ζητάει συνέχεια. Θα του δίνω ένα χυμό την ημέρα; Αν ζητάει και δεύτερο όμως τι θα του πω; Θα του πω τέλος, ένα χυμό την ημέρα. Μήπως όμως αυτό είναι εξουσιαστικό; Εγώ αποφασίζω; Να τον αφήσω να πίνει δύο χυμούς; )
Η Μαρία αρχίζει να νιώθει μια ένταση και χάνει λίγο τι έγινε στην σειρά της. Ρωτάει τον σύντροφο της και ο ίδιος της λέει να το πάνε λίγο πίσω γιατί και αυτός το έχασε. Συμφωνεί.
(Θα πρέπει να κάνω κάτι και με την σχέση μου με τον Αντρέα. Έχουμε χαθεί τελευταία. Έχω πέσει με τα μούτρα στο παιδί και μου το λέει. Δεν έχω όρεξη όμως. Θα έπρεπε να είχα, μην το αφήσω και αυτό. Σήμερα είδα την Νίκη, όμορφη, ήρεμη, χαλαρή. Πώς τα καταφέρνει με δύο παιδιά; Εμ έχει βοήθεια. Εγώ δεν έχω. Και πάλι όμως, αυτή έχει δύο κι εγώ ένα. Θα έπρεπε να μου ήταν ευκολότερο. Τι γκρινιάζω; Κάτι δεν κάνω καλά. Ο δικός της ο Μανώλης ήταν πολύ κοινωνικός. Έπαιζε με όλα τα παιδιά, έτρεχε με χαρά και συμμετείχε. Ο Κώστας κολλημένος απάνω μου. Λες να μην έχει αυτοπεποίθηση; Να τον ξεκινήσουμε παιδικό; Δεν θέλω όμως, δεν νιώθω ότι είναι έτοιμος. Αλλά μήπως τον πάω πίσω εγώ; Μήπως τον κρατάω για δικά μου θέλω; Η Νίκη μου είπε ότι ο παιδικός βοήθησε πολύ. Να τον πάω λες; Είδα έναν παιδικό καλό στη γειτονιά μου, να τον ψάξω αύριο. Είναι έτοιμος όμως; Και αν έχει δύσκολη προσαρμογή;)
Το επεισόδιο τελειώνει και ο Αντρέας και η Μαρία μαζεύουν λίγο και ετοιμάζονται για ύπνο. Η Μαρία βουρτσίζει τα δόντια της.
(Λοιπόν αύριο σύνδεση. Είμαι έτοιμη, θα δοθώ απόλυτα στο παιδί μου. Για αυτό δεν συνεργάζεται τελευταία.)
Ξημερώνει και ο Κώστας ξυπνάει. Είναι αρκετά νωρίς και η Μαρία νιώθει ήδη κουρασμένη. Θέλει να κοιμηθεί λίγο ακόμα. Ο Κώστας της πειράζει το πρόσωπο, μιλάει δυνατά και της τραβάει το χέρι να σηκωθεί. Θέλει να πάνε στο σαλόνι να παίξουν αυτοκινητάκια. Η Μαρία προσπαθεί να κλέψει λίγο χουζούρι ακόμα και τον παίρνει αγκαλιά, πραγματικά νιώθει ότι δεν μπορεί να σηκωθεί, λίγο ακόμα. Ο Κώστας παίζει τώρα με το πρόσωπο της. Της τραβάει τη μύτη, βάζει τα δάχτυλα του στα μάτια της για να τα ανοίξει. Η Μαρία εκνευρίζεται και του φωνάζει να ηρεμήσει γιατί πονάει.
(Ωραία ξεκίνησα. Φώναξα πάλι. Αφού είπα ότι σήμερα θα συνδεθώ. Είμαι κουρασμένη. Όχι κάθε μέρα θα είμαι κουρασμένη. Δεν φταίει το παιδί. Πάμε από την αρχή. Θα του πω συγνώμη που φώναξα και θα πάμε για αυτοκινητάκια. Είπαμε σήμερα θα συνδεθώ)
Η Μαρία σηκώνεται και κάθεται στο πάτωμα με τον Κώστα για να παίξουν αυτοκινητάκια. Ο Κώστας είναι πανευτυχής.
(Θέλω καφέ. Και πεινάω. Λίγο ακόμα να παίξουμε και μετά θα του πω ότι θέλω καφέ, δεν γίνεται. Σε πόση ώρα να του το πω; Συνδεθήκαμε τώρα; Δεν θέλω να παίξω με τα αυτοκινητάκια. Πότε θα πέσει για ύπνο για να μπορέσω να ξεκουραστώ λίγο; Να πιω τώρα καφέ ή να πιω με την ησυχία μου όταν πέσει για ύπνο; Θέλω τόσο πολύ ένα καφέ και λίγο ησυχία.
Λοιπόν πρέπει να είμαι παρούσα. Δεν γίνεται σύνδεση εάν δεν είμαι παρούσα. Τι θέλει να κάνω; Να ανεβάσω το φορτηγάκι εδώ; Μήπως να του πω και κάτι δημιουργικό, να μάθει κάτι; Να μετρήσουμε τα αυτοκινητάκια; Να μάθει τους αριθμούς; Τα χρώματα τα ξέρει; Μήπως πρέπει να αγοράσω κάτι πιο εκπαιδευτικό; Μήπως τελικά πρέπει να πάει παιδικό; Τι ερεθίσματα παίρνει από εμένα μόνο; Καλά θα ήταν να είχα και εγώ λίγο χρόνο για μένα τα πρωινά. Όχι, όχι, δεν θα αφήσω το παιδί μου να ζοριστεί για να περνάω εγώ καλά. Πρέπει να δω λίγο την αυτοφροντίδα μου. Τα διαβάζω εκεί στο facebook και το νιώθω ότι έτσι είναι. Αλλά δεν ξέρω τι θέλω να κάνω ή τι με ευχαριστεί. Είμαι βαρετή τελικά. Ωωωπ. Παρούσα παρούσα!! Ωχ δεν θυμάμαι τι μου είπε να πει το φορτηγάκι. Και θυμώνει όταν δεν θυμάμαι τι μου είπε. Θα μαντέψω, δεν μπορώ τώρα κρίση)
Η Μαρία νιώθει ότι ζαλίζεται και θέλει να φάει. Παίρνει τον Κώστα στην κουζίνα και φτιάχνουν μαζί πρωινό.
(Να βγάλω τα δημητριακά; Θέλει να τα πετάει στο πάτωμα και τώρα δεν θέλω να τα μαζέψω, μου παίρνει πολύ ώρα. Κάτσε να τα κρύψω να μην τα δει τώρα που κοιτάει τα αυτοκινητάκια του στο τραπεζάκι. Χρειάζεται όμως να εξερευνά και να παίζει με το φαγητό του. Αλλιώς μπορεί να έχει αισθητηριακά ή να σταματήσει να δοκιμάζει τροφές. Να του τα δώσω; Δεν του τα δίνω όχι. Θα τον αφήσω αργότερα να παίξει με τις φακές. Τώρα δεν μπορώ. Πωπω θέλω ένα καφέ. Στο τσακ είμαι να του δώσω το τάμπλετ να δει λίγο βιντεάκι να βγω έξω να πιω ένα καφέ και να κάνω ένα τσιγάρο. Θα συνηθίσει όμως και μετά θα θέλει όλο τάμπλετ. Όχι, θα κάτσουμε μαζί. Είναι και σύνδεση)
Η Μαρία κάθεται μαζί με τον Κώστα στο τραπέζι και του βάζει μπροστά του τα φρούτα του και λίγο ψωμάκι. Κάθεται και η ίδια να φάει το πρωινό της. Νιώθει ήδη καλύτερα όσο τρώει και φεύγει σιγά σιγά ο πονοκέφαλος της. Το νερό που πίνει την δροσίζει πολύ.
Ο Κώστας σταματάει να παίζει και της λέει ότι δεν θέλει φρούτα, ούτε ψωμί. Πετάει το ψωμί κάτω και την κοιτάζει. Πετάει και τα φρούτα κάτω και την κοιτάζει. Θέλω δημητριακά φωνάζει. “Τώρα!!”
(Θα του πω καμιά κουβέντα που με διατάζει έτσι. Τι είμαι εγώ υπηρέτρια; Όχι, είναι μικρός ακόμα, δεν μπορεί να εκφραστεί αλλιώς. Τι κάνω εγώ τώρα; Μαζεύω; Και πώς θα μάθει να μαζεύει; Να του δώσω άλλο πρωινό ή να του πω ότι αυτό έχει, αυτό θα φας; Και αν είναι καπρίτσιο; Και αν έτσι με δοκιμάζει; Και αν αυτό είναι παιδοκεντρισμός; Και τι θα το αφήσω νηστικό; Θα έχουμε ταντρουμ, δεν αντέχω. Και πώς, θα αφήσω μια βασική του ανάγκη αφρόντιστη; Δεν ξέρω γαμώτο τι να κάνω. Δεν πρέπει να μάθει ότι αυτό δεν είναι εντάξει; Πώς θα του το πω; Πρέπει να μπουν όρια. Τι όρια όμως, πότε; Και πώς; Είναι καλή ηλικία τώρα να μπουν όρια; Η Νίκη μου είπε ότι τον αφήνω πολύ ελεύθερο και αυτό δεν είναι εντάξει. Ότι θα με καβαλήσει. Ε τώρα δεν με καβαλάει; Δεν θέλω να υποχωρήσω. Υποχωρώ όμως, ή έτσι τον μαθαίνω κάτι και είμαι δίπλα του; Δεν μπορούσε απλά να φάει τα φρούτα του; Γιατί μου το κάνει αυτό; Σήμερα ήθελα να συνδεθούμε. Σε παρακαλώ Κώστα μου…)
Ο Κώστας συνεχίζει να φωνάζει, η Μαρία παίρνει πολύ ώρα να αποφασίσει τι θα κάνει. Και ο Κώστας αρχίζει να νιώθει φόβο, η μαμά του δεν είναι εκεί, προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει. Φωνάζει εντονότερα “Δημητριακαααααά”
Η Μαρία βάζει τα δημητριακά και του ρίχνει γάλα στο μπώλ.
(Δεν πειράζει τώρα, υποχώρησα, θα μαζέψω και τα φρούτα. Νιώθω τόσο ηττημένη. Αλλά δεν μπορώ, θέλω να έχουμε ένα ήρεμο πρωινό. Σήμερα είπα θα συνδεθώ. Αλλά πρέπει να το δω το θέμα των ορίων, δεν είμαι πολύ σίγουρη. Ακόμα είμαι όμως θυμωμένη. Αύριο δεν έχει, δεν του ξαναπερνάει αυτό. Όρια από αύριο!)
Ο Κώστας βλέπει το μπώλ. “Εγώ ήθελα να βάλω το γάλα! Βγάλτο, βγάλτο, εγώ ήθελα να το βάλω! Βγάλε το γάλα από το μπωλ!! Τώρα, τώρα!!”
(Φτου, το ξέχασα ότι θέλει να βάζει ο Κώστας το γάλα. Γαμώτο το ξέχασα. Τώρα τι κάνουμε; Του λέω ότι δεν βγαίνει τώρα το γάλα; Του φέρνω καινούριο; Δεν είναι αυτό παιδοκεντρισμός; Πρέπει να μείνω σταθερή στο όχι μου; Είναι κακομαθημένος, κοίτα πώς κάνει. Κοίτα που περιμένει να τον υπηρετήσω! Δεν τα σηκώνω εγώ αυτά. Τέλος! Το σκατόπαιδο!
Νάτα, πάλι η μάνα μου βγαίνει απο μέσα μου. Εγώ πρέπει να έχω αυτοέλεγχο. Είμαι ο ενήλικας. Οοομ..
Δεν έπρεπε να του το είχα αλλάξει την άλλη φορά. Κάνω ότι θέλει; Είναι μια καλή ευκαιρία να μάθει για τη ματαίωση; )
Η Μαρία πάει κοντά στον Κώστα και με ήρεμη φωνή του λέει “Κώστα μου, τώρα δεν γίνεται να βγάλουμε το γάλα από το μπωλ. Κοίτα είναι τα ίδια δημητριακά. Απλά έβαλε η μαμά το γάλα. Να τα φάμε; Τι λες; Την άλλη φορά θα σε αφήσω να το βάλεις εσύ.”
“Όχι!! Βγάλτο!! Βγάλτο!! Να το βάλω εγώ!!” Ο Κώστας βουτάει τα χέρια του μέσα προσπαθώντας να βγάλει το γάλα. Νευριάζει, γυρίζει το μπωλ και πέφτουν τα δημητριακά. “Τα δημητριακά μου!!”
(Γαμώτο πάμε για κρίση! Και ο Αντρέας την κάνει πρωι πρωι και δεν κάθεται λίγο παραπάνω να πιω κι εγώ ένα καφέ! Και όλη την ώρα παίζει με το κινητό του όταν είναι με τον Κώστα και ο Κώστας θέλει όλο εμένα! Έτσι δεν γίνεται όμως. Αυτός μια χαρά κάθεται με το κινητό και δεν κάνει τίποτα, πώς να τον θέλει το παιδί! Και αργεί να γυρίσει κιόλας! Το γυμναστηριάκι του μια χαρά το πάει. Θα αλλάξει αυτό.
Τώρα δεν θα θέλει τίποτα, ούτε να του φέρω άλλο μπωλ, ούτε να μαζέψω αυτό. Γαμώτο γιατί δεν το σκέφτηκα με το γάλα, πώς το ξέχασα; Τι να κάνω; Θα δεχθώ τη ματαίωση. Ωραία, πάμε. Θέλω τόσο ένα τσιγάρο. Θέλω τόσο να του πω “Δεν μας παρατάς ρε Κώστα! Το γάλα δεν βγαίνει, φάτο τώρα, πώς κάνεις έτσι για ένα γάλα!” Αχ ανακουφιστικό θα ήταν. Δεν θέλω όμως να το κάνω αυτό.
Μην κάνω απόσπαση στην ματαίωση. Να τον αφήσω να τη βιώσει. Να μιλάω όμως λίγο ή όχι; Δεν ξέρω νιώθω ότι δεν βοηθάει να μην μιλάω. Αλλά και όταν μιλάω τσαντίζεται. Πρέπει να δω λίγο την ματαίωση, δεν νομίζω να το κάνω σωστά. Και πότε καταλαβαίνω ότι το κάνω σωστά; Αν χτυπιέται μια ώρα; Το κάνω σωστά;
Να είμαι ήρεμη και σταθερή. Να νιώσει ασφάλεια. Μόνο μην αρχίζει να ουρλιάζει και να μην πάρει πολύ ώρα, σε παρακαλώ Κώστα μου, δεν αντέχω το πολύ ώρα, θα το χάσω.)
Ο Κώστας το χάνει τελείως και δεν μπορεί να ηρεμήσει. Του είναι δύσκολο. Φωνάζει συνέχεια δημητριακά και κλαίει δυνατά και με λυγμούς. Η Μαρία είναι δίπλα του ήρεμη και δείχνει αγχωμένη. Σκύβει και του λέει “Καταλαβαίνω αγάπη μου, δεν σου άρεσε που σου έπεσαν τα δημητριακά ε;” Ο Κώστας φάινεται να εκνευρίζεται περισσότερο με αυτό και την χτυπάει στο πρόσωπο με δύναμη.
(Γκρρρρ! Θα τον χτυπήσω, πραγματικά θέλω να τον χτυπήσω. Πονάω. Δεν θέλω ούτε να τον βλέπω. Ασχολούμαι από το πρωι μαζί του, δεν έχω φάει, δεν έχω πιει νερό, σηκώθηκα ενώ δεν ήθελα για να παίξουμε το ηλίθιο παιχνίδι του, να συνδεθώ μαζί του, του έκοψα τα φρουτάκια στο σχήμα που θέλει, έφτιαχνα το ψωμί δύο ώρες χθες, έχω κρατηθεί να μην του ουρλιάξω και να τον βάλω στη θέση του, και με χτυπάει; Για το κωλογάλα; Και πάλι χτυπάει; Ενώ το έχουμε πει εκατό φορές; Δεν πάμε πουθενά, δεν με νοιάζει τίποτα. Το αχάριστο, το κακομαθημένο. Να κάτσει μέσα να δει βιντεάκια, δεν με νοιάζει τίποτα)
“ΚΩΣΤΑ, ΔΕΝ ΧΤΥΠΑΜΕ! ΠΟΝΑΕΙ ΑΥΤΟ! ΠΟΣΕΣ ΦΟΡΕΣ ΘΑ ΣΤΟ ΠΩ!” η Μαρία, φωνάζει και πολύ νευριασμένα, μαζεύει τα δημητριακά, τα πετάει με δύναμη στον νεροχύτη, “Εγώ πάω έξω, κάνε ότι θέλεις, δημητριακά δεν έχει τώρα, τελείωσε, αφού δεν τα ήθελες, δεν θα πετάμε το φαγητό κάτω γιατί εσένα επειδή σου κάπνισε, δεν είμαι καμία υπηρέτρια να τα μαζεύω, θα μάθεις να τα μαζεύεις. Φρούτα έχει κάτω, φάτα, ούτε που με νοιάζει τι θα κάνεις. Αν θέλεις να κλάψεις, κλάψε όσο θέλεις. Εγώ δεν μπορώ να ασχοληθώ άλλο. Βγαίνω έξω. “
Η Μαρία βγαίνει στο μπαλκόνι και ανάβει το τσιγάρο της. Ο Κώστας κλαίει αλλά τώρα πιο ήρεμα, ίσα που ακούγεται. Η Μαρία καπνίζει μανιωδώς και θυμωμένη. Σιγά σιγά ηρεμεί, βοηθάει και η ικανοποίηση της στέρησης της, και την πιάνουν τα κλάματα.
(Ωραία σύνδεση. Χάλια τα έκανα. Και είναι μόνο 9 το πρωϊ. Δεν θέλω να συνεχίσουμε έτσι. Δεν είναι όμως συνεργάσιμος. Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω. Τι θα έπρεπε να κάνω; Τι σκατά πρέπει να κάνω; Δεν συντονίζομαι με το παιδί. Όταν ήταν μικρότερος ήταν τόσο εύκολα. Θα του ζητήσω συγνώμη. Δεύτερη φορά σε μια ώρα. Καλή φάση. Δεν θα έπρεπε όμως να μάθει να μαζεύει; Να με σέβεται; Μήπως με δοκιμάζει; Και μου το λέει η Νίκη, σου έχει πάρει τον αέρα, σε χειρίζεται, θέλει όρια το παιδί. Είμαι τόσο αδύναμη. Δεν θέλω όμως έτσι, αλλά πώς;)
Η Μαρία μπαίνει μέσα και βλέπει τον Κώστα να έχει μαζέψει τα αυτοκινητάκια. Της λέει “Καλά είσαι μαμά; Θέλεις να παίξουμε; Θα σε αφήσω να πάρεις τον μπάρμπα. Έλα. Θα φάω και τα φρούτα”
Και η Μαρία γεμίζει δάκρυα. Τον αγκαλιάζει, του ψιθυρίζει συγνώμη που φώναξα και αφήνεται να της δείξει τα αυτοκινητάκια. Ο Κώστας είναι πολύ χαρούμενος. Είναι η πρώτη φορά που η Μαρία κατάφερε να συνδεθεί με το παιδί της για λίγα λεπτά. Την έφερε το παιδί στο τώρα της.
(Πόσο δύσκολο είναι όλο αυτό για μένα. Τον αγαπάω τόσο πολύ. Γιατί πρέπει να είναι τόσο δύσκολο; Δεν είμαι αρκετή..)
Ναι είναι δύσκολο και ειδικά όταν θέλουμε να αναθρέψουμε το παιδί μας διαφορετικά και όχι όπως μεγαλώσαμε εμείς. Ήμουν και είμαι η μαμά αυτή κάποιες φορές. Η μαμά που αμφιβάλλει, δεν ξέρει τι να κάνει και δεν μπορεί να συντονιστεί. Δεν είναι εύκολο.
Δεν χρειάζεται να το περνάμε όλο αυτό μόνοι μας. Μπορούμε να ζητήσουμε βοήθεια. Εγώ θέλω πολύ να είμαι δίπλα σε μια τέτοια μαμά, και να την βοηθήσω, ακούγοντας την, καθοδηγώντας την, παρέα μαζί… Εγώ και τόσοι άνθρωποι. Ζητήστε βοήθεια παιδιά. Για μένα ήταν σωτήρια..
Βγαλμένο από τις συνεδρίες μου με τους γονείς και τον δικό μου αγώνα ως μητέρα..»