Οι άνθρωποι γύρω μου νομίζουν ότι έμεινα μόνη από παραξενιά.
Ιδιορρυθμία.
Ότι κανείς δεν με ήθελε κι εγώ κανέναν. Γιατί δεν ξέρουν. Γιατί όσοι λεν πολλά είναι αυτοί που ξέρουν λίγα.
Τον γνώρισα στα 30, ήταν υπάλληλος του πατέρα μου και 10 χρόνια μεγαλύτερος. Από τη πρώτη στιγμή με φλέρταρε εμένα όμως δεν μου άρεσε καθόλου.
-Ο τελευταίος να είσαι επάνω στη γη δεν έρχομαι μαζί σου, του είπα μια μέρα υπεροπτικά.
-Αυτό θα το δούμε, μου απάντησε.
Και το είδαμε. Έπεσα ένα βράδυ στον έρωτά του και δεν ξανασηκώθηκα. Σηκώθηκα μόνο για να πάρω 3 καρτέλες χάπια, τη μέρα που με άφηνε για τη γυναίκα του. Τη γλίτωσα στο τσακ.
Ήμασταν 1 χρόνο μαζί. Κάθε μέρα μαζί. Μαγικά χρόνια. Φιλιά, αγκαλιές, όνειρα, βόλτες, ταξίδια, ποτά. Λόγια αγάπης που ηχούν στ’ αυτιά μου, ακόμα και σήμερα, 10 χρόνια μετά…
-Θα μ’ αγαπάς κι όταν γεράσω;
-Είσαι ό,τι πιο όμορφο υπάρχει στο κόσμο.
-Δεν έχω αισθανθεί έτσι για καμία όπως για’ σένα.
-Το πρωί θα σου φτιάχνω καφέ και θα βγαίνουμε να τον πίνουμε στο μπαλκόνι κοιτάζοντας τα καράβια.
Με ένα τέτοιο καράβι έφυγε για πάντα μια μέρα απ’ το νησί.
Να πάει στη γυναίκα του και στο παιδί του.
Που δεν ήξερα ότι είχε.
Ο άνθρωπος που πέθαινε όπως έλεγε για εμένα, που με κοίταζε στα μάτια και έλιωνε, ήταν παντρεμένος με παιδί. Το έκρυβε από εμένα, από τον πατέρα μου, απ’ όλους. Μας εξαπάτησε όλους μια χαρά και πιο πολύ εμένα. Το έμαθα από τον λιμενικό του νησιού γιατί βλέπεις ο ίδιος έφυγε κρυφά. Δεν είχε το θάρρος να με αντιμετωπίσει, να με κοιτάξει και να πάρει πίσω όσα είπε, όσα έκανε, όσα…πρωτόγνωρα δήθεν έζησε μαζί μου.
Ο λιμενικός, φίλος και γείτονας, τον ρώτησε που πήγαινε ταξίδι και αυτός του είπε έτσι χύμα, ότι έφευγε να βρει τη γυναίκα του και το παιδί του.
Αυτός ήταν ο τρόπος που διάλεξε ο…αγαπημένος μου, να μου το πει.
Να μου πει ότι την ίδια ώρα που με κοίταζε στα μάτια και μου έλεγε πως με αγαπούσε, την ίδια ώρα με κορόιδευε.
Μέσω του γείτονα.
Αν αυτός ο γείτονας δεν τον έβλεπε την ώρα που έφευγε, ίσως να μην το μάθαινα και ποτέ.
Έτυχε. Μετά το ψάξαμε βέβαια και μάθαμε πολλά.
Παντρεμένος 5 χρόνια με ένα παιδί. Είχε έρθει στο νησί για δουλειά.
Όταν η γυναίκα του υποψιάστηκε ότι έχει ερωμένη, έφυγε από το νησί γιατί έπρεπε να τα κουκουλώσει.
Τα ακουκούλωτα.
Τα ψεύτικα.
Το σοκ τεράστιο. Από σύντροφος, έγινε ερωμένη και από τη μια μέρα στην άλλη έχασα τη ζωή που θα ζούσα μαζί του. Ο πόνος έγινε σωματικός, απέκτησα πρόβλημα με το στομάχι μου. Δεν κατέβαινε τίποτα κάτω, έχασα 20 κιλά σε δύο μήνες. Έγινα σκιά. Ξαπλωμένη.
Μου ήταν αδύνατο να κάνω οτιδήποτε.
Ξυπνούσα και έκλαιγα. Κοιμόμουν και έκλαιγα.
Ξαπλωμένη.
Σηκώθηκα δύο μήνες μετά και αυτό για να πιω τα χάπια της μητέρας μου. 3 καρτέλες χάπια.
Για την άγνοια μου. Για το ψέμα του…
Με βρήκαν ημιλιπόθυμη και με πήγαν στο νοσοκομείο. Τη γλίτωσα στο τσακ.
ΚΑΙ; ΤΙ ΕΓΙΝΕ;
Να σου πω εγώ τί έγινε…τίποτα.
Κάθε μέρα αργοπεθαίνω. Καλύτερα να με άφηναν στο έλεος.
Έχασα την εμπιστοσύνη μου, στους ανθρώπους.
Έχασα την αθωότητά μου. Δεν κατάφερα να κοιτάξω ποτέ κανέναν άλλον.
Έχασα τη πίστη μου, τους φίλους μου.
Ποιός μπορεί να με ακολουθήσει στον δρόμο της κατάθλιψης;
Ούτε να δουλέψω ξανά μπόρεσα.
Ούτε καν να γελάσω.
Έμαθα πέρσι ότι ήρθε στο νησί μόνος του και με έψαχνε.
Οικείοι μας, του είπαν για τη κατάστασή μου και έφυγε το ίδιο βράδυ από φόβο μην τον λιντσάρουν.
Κάπως αργά για εξηγήσεις, δεν νομίζει;
Βλέπω κορίτσια να φτιάχνουν τη ζωή τους, να ερωτεύονται, να εργάζονται, να ταξιδεύουν.
Και δεν ζηλεύω καθόλου, ξέρεις γιατί;
Γιατί εγώ τα είχα όλα αυτά και τα έχασα μέσα σε μια νύχτα.
Γιατί χωρίς αυτόν δεν μου λένε τίποτα.
Θάλεια
Θέλεις να μοιραστείς ανώνυμα τη δική σου ιστορία;
Τη περιμένουμε στο info@singlewoman.gr