Του ανήκω και μου ανήκει. Καθόμαστε ο ένας απέναντι από τον άλλον στο τραπέζι και αγγίζουμε συνεχώς τα χέρια του άλλου, χαϊδεύοντας τους αντίχειρες μας με την τρυφερότητα ενός βιολιστή. Θέλουμε πάντα μα πάντα να αγγιζόμαστε.
Λέμε αστεία και γελάμε, μιλάμε, και λατρεύουμε ο ένας τον άλλον. Ξέρω κάθε εκατοστό του προσώπου του και ξέρει κάθε εκατοστό του δικού μου. Παραγγέλνω το δικό του φαγητό και παραγγέλλει το δικό μου. Καθόμαστε αγκαλιά, απολαμβάνοντας κάθε δευτερόλεπτο.
Ένα αυτοκίνητο σταματάει απ’ έξω και μονοπωλεί το βλέμμα του. Η ματιά του κρατάει περισσότερο απ’ όσο θα πρεπε. Το ζευγάρι βγαίνει από το αυτοκίνητο και μπαίνει μέσα, ενώ εκείνος παρακολουθεί κάθε κίνηση τους. Κάθονται δύο τραπέζια πιο πέρα. Τους κοιτάει για μια στιγμή, και, στη συνέχεια, αφήνει τα χέρια μου από το τραπέζι.
Ξαφνικά, η βέρα του γυαλίζει στο φως των κεριών, υπενθυμίζοντας μου τα βασανιστήρια που τόσο συχνά περνάω, όταν είμαστε μαζί. Ψαχουλεύει την τσέπη του, γρήγορα και με φόβο, και γλιστράει τη βέρα του στο δάχτυλό του. Η καρδιά μου πάει να σπάσει. Ζητάμε το λογαριασμό και πληρώνουμε για αυτά που δεν φάγαμε. Έξω, ζητάει συγγνώμη. Δεν λέω τίποτα και οδηγώ στο σπίτι κλαίγοντας.
Σίγουρα, σκέφτεσαι ότι μετά από τρία χρόνια, θα το είχα συνηθίσει.
Αλλά, εξακολουθεί να με πονάει, όσο και την πρώτη φορά που συναντήσαμε συγγενή του και έπρεπε να «κρυφτώ πίσω από τα πορτοκάλια» στη λαϊκή. Βέβαια, αυτό είναι σπάνιο περιστατικό. Αλλά, ίσως, αυτό το έκανε χειρότερο; Ποτέ δεν θα ξέρω με βεβαιότητα.
Υποθέτω ότι το φταίξιμο είναι δικό μου. Αν δεν είχα αφήσει ποτέ τα πράγματα να προχωρήσουν, δεν θα αισθανόμουν την καρδιά μου να βουλιάζει στο στήθος μου, κάθε φορά που πρέπει να κρύψουμε τη σχέση μας ή όταν ζηλεύω που πηγαίνει σπίτι στη γυναίκα του, όπως πάντα.
Χρειαζόμουν μόνο κάποιον για σεξ και ότι ο συμβατικός τρόπος ζωής δεν ήταν για μένα. Οπότε σκέφτηκα, ποιός είναι καλύτερος από έναν παντρεμένο; Ή ακόμα καλύτερα, έναν παντρεμένο με παιδιά! Που έχει τις ευθύνες του με τη γυναίκα και την οικογένειά του, οπότε δεν θα είχα άβολα πρωινά, τηλέφωνα ή μηνύματα. Μπορούσα να έχω όλο το χώρο που θέλω χωρίς παράπονα. Θα ήταν εύκολο και χωρίς στρες. Σκέφτηκα…
Αλλά αυτό που ξεκίνησε ως μια απλή, χωρίς δεσμεύσεις, σχέση (ή τουλάχιστον την ψευδαίσθηση μίας τέτοιας) εξελίχθηκε σε πολλά περισσότερα. Δεν μπορείς να έχεις και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο. Ίσως, ήταν η έλξη που αισθανθήκαμε και οι δύο όταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά και δώσαμε τα χέρια για χειραψία ή ίσως, ήταν η αμοιβαία κατανόηση των προβλημάτων του άλλου. Είτε έτσι είτε αλλιώς, αρχίσαμε να δενόμαστε. Γίναμε ο ένας ο ψυχολόγος του άλλου, όταν κάποιος από εμάς χρειαζόταν στήριξη.
Τα περιστασιακά «φιλικά» μετατράπηκαν σε μια στοργική σχέση αγάπης. Μπορούσα να δω τον εαυτό μου να καθρεφτίζεται στα μάτια του κάθε φορά που με κοίταζε και εκείνος τον εαυτό του στα δικά μου. Ξέραμε ο ένας τον άλλον απ’ έξω και ανακατωτά, οι ζωές μας είχα γίνει τόσο αλληλένδετες που ήταν δύσκολο να τις ξεχωρίσουμε.
Νόμιζα ότι τα είχα όλα υπό έλεγχο. Δεν περίμενα να νιώσω εξαρτημένη από εκείνον. Δεν περίμενα να μου λείπει, όταν δεν ήμασταν μαζί, δεν περίμενα να δεθώ με τα παιδιά του, τα οποία ένιωθα σαν οικογένειά μου και σίγουρα δεν περίμενα να τον ερωτευτώ. Ή να με ερωτευτεί.
Αυτό που νόμιζα ότι θα ήταν κάτι ανέμελο και για να περνάω την ώρα μου, κατέληξε να είναι το πιο στρεσογόνο πράγμα στη ζωή μου. Έπρεπε να κρυβόμαστε συνέχεια. Ο χρόνος που περνούσαμε μαζί λιγόστευε συνεχώς, για να μην καταλάβει τίποτα η γυναίκα του.
Ζήλευα, θύμωνα. Μερικές φορές, ήταν τόσο έντονο, που με το ζόρι στεκόμουν όρθια. Δεν ήθελα να είμαι δεύτερη, όμως ήμουν. Με παραμύθιαζε ότι θα ήμασταν μαζί κάποια μέρα. Θα την άφηνε και θα ήταν μαζί μου. Ένα μικρό κομμάτι μου τον πίστευε, αλλά το μεγαλύτερο μου ήξερε καλύτερα. Ωστόσο, ακόμα και έτσι, έμεινα. Η σχέση μας ήταν τόσο έντονη, που ένιωθα ότι η ζωή χωρίς αυτόν θα ήταν πολύ χειρότερη από τη διαρκή αγωνία να τον μοιράζομαι.
Η αγάπη μας παρέμεινε ισχυρή, αλλά η σχέση είχε καταρρεύσει. Ήξερα τι έπρεπε να κάνω, όσο και αν προσπαθούσα να το αγνοήσω. Έτσι, απροσδόκητα, ένα ζεστό βράδυ του Μαρτίου, έκανα την υπέρβαση.
«Τι εννοείς;» με ρώτησε.
«Θέλω να χωρίσουμε», είπα.
«Ίσως, πρέπει να το σκεφτείς καλύτερα», με πίεσε.
Είπα, «Δεν θα αλλάξει τίποτα. Τελείωσε».
Και αυτό ήταν. Δεν υπήρξαν φωνές ή παρακάλια. Μόνο η ψυχρή αλήθεια. Μιλήσαμε ελάχιστα τις επόμενες μέρες και στο τέλος, σταμάτησε κάθε επικοινωνία. Σιωπηλά, ο κόσμος μου κατέρρεε. Είχα εγκαταλείψει τα πάντα, την αγάπη, τη ζωή. Ήμουν στο κρεβάτι όλη την ημέρα και δεν έτρωγα.
Οι φίλοι και η οικογένειά μου ανησυχούσαν για μένα. Δεν ήξεραν τι συνέβαινε. Αμφιταλαντευόμουν μέσω συζητήσεων για συμβουλές, αγκαλιές και προσπάθειες να με αναγκάσουν να φάω. Στο τέλος, ήμουν ακόμα ράκος. Το χειρότερο όταν κουβαλάς τέτοιο βάρος, είναι όταν το κουβαλάς μόνος σου.
Και τότε, με πήρε τηλέφωνο. Ήθελε να μου πει ότι η γυναίκα του, ήξερε τα πάντα. Ότι με αγαπούσε και δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς εμένα. Αλλά δεν ήταν έτοιμος. Θα μπορούσα να περιμένω; Με χρειαζόταν. Υποσχέθηκε ότι θα ήμασταν μαζί, όταν τα παιδιά του θα άρχιζαν ξανά το σχολείο. Θα ήταν μαζί μου το Σεπτέμβριο. Ναι, φυσικά, θα περίμενα. Ήταν η αγάπη μου.
Οι επόμενοι μήνες ήταν ένας ανεμοστρόβιλος έντασης και αμφιβολίας. Ήμασταν μαζί σχεδόν κάθε μέρα, όσο μια κρυφή σχέση σου επιτρέπει να είσαι. Έκανε όνειρα για το μελλοντικό μας σπίτι και τα ταξίδια που θα κάναμε, για τα παιδιά που θα κάναμε. Η καρδιά μου το λαχταρούσε και ήθελε να τον εμπιστευτεί. Το μυαλό μου γνώριζε καλύτερα όμως. Η αγάπη μου για εκείνον ήταν τρομερή για να την αγνοήσω έτσι απλά.
Εκείνος όμως, αγόραζε νέα έπιπλα με τη σύζυγό του. Πήραν καινούριο αυτοκίνητο. Προσέλαβε έναν αρχιτέκτονα και άρχισε επισκευές στο σπίτι του. Έγινα η γκόμενα Δευτέρα-Παρασκευή, 9 με 5.
Για εκείνες τις σαράντα ώρες την εβδομάδα, που η γυναίκα του ήταν στη δουλειά, ήταν δικός μου. Με αγαπούσε και με λάτρευε, ενώ έκανε σχέδια για το μέλλον μας. Αλλά ο Σεπτέμβρης ήρθε και πέρασε. Και μαζί με αυτόν, τα σχέδια του. Και, ήμουν ακόμα μόνη.
Μου είπε ότι θα είμαστε μαζί τον επόμενο Σεπτέμβρη. Έτσι κάθε πρώτη του Σεπτεμβρίου, περιμένω. Πάω για φαγητό στο ίδιο μαγαζί που τρώγαμε και τον περιμένω. Για χάρη της αγάπης μου. Και καθώς περνούν τα χρόνια, η ελπίδα μου δεν χάνεται. Παραμένει ισχυρή.
Ίσως μια μέρα έρθει. Και μαζί με αυτόν και ο Σεπτέμβρης μου.
Πηγή: yourtango.com