Η μητέρα μου, δε μου έδινε σημασία και για να την κάνω να με προσέξει, τραγουδούσα. Ήξερα πως είχα ωραία φωνή και μου έκανε καλό να προκαλώ θαυμασμό. Έτσι, το τραγούδι έγινε το φάρμακο κατά των συμπλεγμάτων μειονεξίας που ένιωθα.
Η μητέρα μου, μ’ έφερε στην Αθήνα και με πήγε στο Ωδείο, όπου χρειάστηκε να πλαστογραφήσει την ηλικία μου,
γιατί ήμουν 13 ετών και κανένα Ωδείο δε θα με δεχόταν.
Εκεί, μαθαίνεις να τραγουδάς αλλά για να γίνεις καλλιτέχνης, πρέπει να κάνεις ένα άλμα. Αφού τραγουδήσεις, μετά πρέπει να ερμηνεύσεις. Σε ηλικία μικρότερη από 15 χρονών, αντιμετώπισα τα φώτα της ράμπας με το κύρος της πριμαντόνας.
Μια όπερα ξεκινά πολύ πριν σηκωθεί η κουρτίνα και τελειώνει πολύ αργότερα αφότου έχει κατέβει. Ξεκινάει στη φαντασία μου, γίνεται η ζωή μου, και παραμένει μέρος της ζωής μου για πολύ καιρό.
Τίποτα που έκανα δεν ήταν ψεύτικο. Δούλεψα με όλη μου την ειλικρίνεια, και αν κάποιος προσπαθήσει να με ακούσει σοβαρά, θα βρει όλο μου τον εαυτό εκεί μέσα.
Είμαι ντροπαλή. Δεν μπορώ να υποφέρω να με κοιτάνε. Δεν έχω αυτοπεποίθηση. Η συστολή και η ανασφάλεια που με χαρακτηρίζουν, με κάνουν υπεροπτική. Είναι ένας τρόπος αυτοπροστασίας των ντροπαλών ανθρώπων.
Θέλω να με επαινούν και να με ενθαρρύνουν συνέχεια, γιατί είμαι εκ φύσεως απαισιόδοξη.
Μην ξεχνάτε ότι, μόνο το ευτυχισμένο πουλί κελαηδάει, ενώ το δυστυχισμένο χώνεται στη φωλιά του και πεθαίνει.
Μαρία Κάλλας
Σαν σήμερα, το 1977, έφυγε από τη ζωή.
Πηγή: facebook.com/SintomiSinantisi