ΕΛΕΝΗ ΒΙΤΑΛΗ:
Τέσσερα πέντε υπνοστεντόν την ημέρα για να κοιμηθώ,εξάρτηση.
Άλλος με μισό και δεν ξυπνά.Απομόνωση, μοναξιά, απόσυρση στη κατάχρηση ηρεμιστικών χαπιών.
Είχα την ίδια αρρώστια που αντιμετωπίζει κάποιος με τα ναρκωτικά. Χρόνια ολόκληρα κρατούσε αυτή η δουλειά, είχα πάει σε κλινικές, από δω κι από κει, αλλά δεν γινόταν τίποτα. Ημουν σαν ζωντανό πτώμα. Φαντάσου ότι ο άνδρας μου πήγαινε στους συγγενείς των Ανώνυμων Αλκοολικών για να καταλάβει τι γίνεται.
Με παρακαλούσε η μάνα μου να πάμε στην εκκλησία του Χριστού στα Σπάτα, αλλά δεν την άκουγα,μου φάνηκε αφελές. Πήγαμε τελικά με τον πατριό μου τον Λυκούργο και οι τρεις. Μπαίνοντας στην εκκλησία, αντί να σταθώ ίσια, κάτι με οδηγούσε δεξιά. Βλέπω τον Χριστό απέναντί μου, έχω την ίδια εικόνα, και με πιάνει ένα κλάμα ατέλειωτο, λυτρωτικό.
Οταν επέστρεψα σπίτι, πέταξα τα χάπια,είπα ,το χρειάζομαι τώρα το χάπι; Γιατί;Εκοψα μαχαίρι την εξάρτηση. Και ιατρικά να το δεις το θέμα, δεν γίνεται αυτό. Όμως εκείνη η ημέρα ήταν διαφορετική. Τελικά, όλα από το μυαλό περνάνε.
Τα έχω καλά με τον Χριστό.
Πιστεύω στον Χριστό.
Στη συμπόρευση με τα θεία υπήρχε πάντα ένα αόρατο χέρι που με επανέφερε.
Γεννήθηκα στο Κουκάκι.
Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι τον πατέρα μου.
Τάκης Λαβίδας, δεξιοτέχνης στο σαντούρι, κορυφαίος στο χώρο του δημοτικού τραγουδιού,δάσκαλο και μέντορά μου, να πηγαίνει στο μουσικό καφενείο της Αγίου Κωνσταντίνου και να μαζεύει φτωχούς ανθρώπους για να έρθουν στο σπίτι μας για φαγητό. Ημασταν μπερικέτηδες, υπήρχε πάντα στο πατρικό μου ένα πιάτο φαΐ για τον ξένο. Θυμάμαι τη Χαρούλα, τη μάνα μου, να διαμαρτύρεται: «Χριστιανέ μου, τι τον έφερες εδώ αυτόν τον βρωμιάρη;» και τον πατέρα μου να απαντά: «Χαρούλα, αν δεν ήταν βρωμιάρης, θα με είχε ανάγκη;». Ο πρώτος δάσκαλος στη ζωή μου ήταν ο πατέρας μου.
Δεν θέλω να με κολακεύουν, ούτε να συμφωνούν με ό,τι λέω. Ο πατέρας μου με συμβούλευε πάντα:
μη μασάς. Τα έλεγε και μάγκικα, ήταν ωραίος. Μου έμαθε το τσαγανό, όχι τον τσαμπουκά, να είμαι ατίθαση και δυνατή. Έχω βέβαια και μια συστολή.
Οσο κι αν ακούγεται περίεργο, ο πατέρας μου ήθελε η Ελένη Λαβίδα, όπως είναι το όνομά μου, να γίνει γιατρός.
Ξεκίνησα στα πανηγύρια στην ηλικία των 14 ετών.
Η μάνα μου τσαούσα, πήγαινε στα πανηγύρια όταν έβρισκε δουλειά. Όταν δεν έβρισκε, καθάριζε σκάλες ή έπλενε στο χέρι. Ήτανε ήδη τριαντάρα, μεγάλη για τα πανηγύρια που ήθελαν κοριτσάκια. Μια χαρά γυναίκα, μάγκας, άντρας και γυναίκα μαζί. Της λέω »Ρε μαμά, να έρθω κι εγώ σε κάνα πανηγύρι;» Μ’ άρεσε, το έβλεπα σαν παιχνίδι.
Πήγα πολύ στην Πήλο και τραγουδούσα μέχρι τα 15 – 16 μου χρόνια. Στα 40 της η μάνα μου σταμάτησε τα πανηγύρια, ήτανε κι ωραία γυναίκα, δυο μέτρα. Πήγαινα μόνη μου, αλλά πάντα με μουσικούς, φίλους του πατέρα μου: τον Αλέκο τον Κιτσάκη με τα ηπειρώτικα, τον Βασίλη Σούκα που έπαιζε κλαρίνο, ξάδερφος του συνθέτη Τάκη Σούκα. Φεύγαμε και πηγαίναμε στην Παραμυθιά, στο Αγρίνιο, παντού.
1974,στο Φεστιβάλ
Θεσσαλονίκης,19χρονη,με το “Χωρίς δεκάρα” ήταν η πρώτη φορά που επικοινώνησα με τόσο κόσμο .Θα ευχαριστώ πάντα τον Μάνο Χατζηδάκι που ήταν στην επιτροπή και πέρασε αυτό το τραγούδι, που οι υπόλοιποι είχαν κόψει, λέγοντας ότι ήταν ένα “χαριτωμένο” τραγούδι.
Το 1975 παντρεύομαι το μουσικό Βαγγέλη Ξύδη.Μέσω του Βαγγέλη γνώρισα πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Ο Ξύδης ήταν ένας φιλόσοφος που είχα την τύχη να ζήσω μαζί του για 18 χρόνια. Ήμουν 20 όταν τον γνώρισα κι εκείνος 29. Χωρίσαμε στα 38 εγώ, στα 47 αυτός. Μεγάλος έρωτας! Μας κράτησε και το παιδί φυσικά. Πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου ο Βαγγέλης!
Η δισκογραφική έκρηξη γίνεται το 1982, στη «Μinos». Τάκης Σούκας, Χρήστος Νικολόπουλος, Μανώλης Ρασούλης, Μανός Ελευθερίου, μερικά από τα κορυφαία ονόματα που με εμπιστεύτηκαν.
Ή Κιβωτός είναι ένα πολύ ιδιαίτερο βιωματικό τραγούδι μου, πιστεύω.
Τό’γραψα μόλις γέννησα τον γιο μου στο »Λητώ». Ήμουν 20 χρονών. Οι φίλοι μου έλεγαν το παιδί έκανε παιδί κι εγώ σκεφτόμουν: Εξάρτημα εγώ της μηχανής, έκανα κι άλλο ένα. Έτσι προέκυψε το τραγούδι.
Είχα ξυπνήσει απ’ τον τοκετό και κρύωνα. Δεν ήθελα να καταλάβουν οι δικοί μου ότι ξύπνησα για να μη χάσω την εμπειρία του παιδιού που ήταν στην κοιλιά μου και τώρα βρισκόταν έξω από μένα. Λίγο μετά φώναξα »Θέλω να το δω, θέλω να το δω» και με πήγαν κι είδα πίσω απ’ το τζάμι τα μωράκια στη σειρά. Με το που είδα τον γιο μου, επί τόπου, στο »Λητώ», πήρα την κιθάρα και μου βγήκε το »Ειμ’ εξάρτημα εγώ της μηχανής σας κι ο γιος μου τ’ ανταλλακτικό»! Πως μού’ρθε δε ξέρω η λέξη »Κιβωτός».
Κιβωτός, νερό, ίσως είχε να κάνει με το νερό του αμνιακού σάκου.
Εκείνη την ώρα είχα αυτό που ονομάζεται έμπνευση με όλη την έννοια της λέξης.
Να κάνω εντύπωση στον άντρα μου ήθελα. Να του τραβήξω την προσοχή. Γι’ αυτό άρχισα να γράφω τραγούδια! Αστείο δεν είναι;
«Ένα χειμωνιάτικο πρωί». Είχα μαλώσει με τον σύζυγό μου τον Βαγγέλη.Είχα βγει στο δρόμο και περπατούσα μέσα στο κρύο. Ήμουν πολύ φορτισμένη. Περπατούσα και μονολογούσα: «Ένα χειμωνιάτικο πρωί έφυγα απ’ το σπίτι σαν τρελή,
ο αέρας μού τρυπούσε το κορμί και μου ζητούσε μια απόφαση ηρωική».
Ωστόσο, μετά από λίγες ημέρες γύρισα πίσω…
Μετά, στο στούντιο, έγραψα και την μελωδία.
Δεν τραγούδησα σε μαγαζί της παραλίας όπου μου προσέφεραν τότε 150.000 δραχμές το βράδυ ως αμοιβή. Δεν μου άρεσε το γεγονός ότι ο κύριος θα ερχόταν σε μένα επειδή το ήθελε η κυρία του, ότι θα έπαιζαν κοστούμια, γραβάτες, τουαλέτες, πρώτα τραπέζια και μόστρα με καλογυαλισμένα αυτοκίνητα. Σιχαίνομαι το δήθεν και αυτοί του είδους τη διασκέδαση γιατί δεν είμαι εγώ. Απέχει παρασάγγας η δική μου αλήθεια από κάτι τέτοιο. Αν το είχα υποστεί, θα πάθαινα κατάθλιψη..
Λένε κάποιοι ότι είμαι μύθος. Βλακείες. Είναι επειδή δεν βγαίνω στα κανάλια και δεν σκορπίζομαι στα περιοδικά..
Τ’αγαπάω όλα τα τραγούδια μου σαν παιδιά μου, έστω κι αν ακούγεται κλισέ αυτό. Το μόνο που δεν με εκφράζει πια είναι το «Εγώ τραγούδαγα». Το έγραψα σε μια στιγμή πολύ άσχημη, που ήθελα να ταπεινώσω, να κακοποιήσω τον εαυτό μου. Κι όταν ο κόσμος στα μαγαζιά μου ζητάει να το πω, προσπαθώ να το αποφύγω…
Ο καλλιτέχνης οφείλει να μεταφέρει τον πόνο σαν μία πραγματικότητα της ύπαρξης. Κι εμένα η ζωή μου είναι γεμάτη από τέτοιες πραγματικότητες…
Δεν υπάρχει ζωή χωρίς κάψιμο. Αμα δεν καίει, τι νόημα έχει; Χλιαρός έρωτας; Και τους ξαναζώ αυτούς τους έρωτες τραγουδώντας…
Δεν επιτρέπω σε κανέναν να μπαίνει με λασπωμένα παπούτσια στην ψυχή μου…
https://youtu.be/SGOMoQsP4B8
https://youtu.be/LgH5dMWcLDU
Πηγή: Protothema-m.lifo.gr-ThessNews-monopoli.gr
Το διαβάσαμε από τον Panagiotis Papadopoulos – facebook.com