Διέθετε το πιο εκφραστικό πρόσωπο του ελληνικού κινηματογράφου.
Και ήταν ο ίδιος μία από τις πιο εμβληματικές και καθολικά αγαπημένες μορφές του πανιού. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ήταν ένας από τους σπουδαιότερους κωμικούς ηθοποιούς που έβγαλε η χώρα και από εκείνους που έμειναν αναντικατάστατοι μετά το θάνατό τους.
Πότε καλοκάγαθος και στοργικός πατέρας, πότε γεροντοπαλίκαρο, πότε στρυφνός και απόμακρος, όποιο ρόλο και αν έπαιξε, κατάφερνε να κλέβει την παράσταση ακόμη και αν κρατούσε τον δεύτερο ρόλο. Και πάντα αγαπιόταν από το κοινό.
Ενδεχομένως, η μόνη φορά που το κοινό έμεινε μουδιασμένο και αμήχανο από ρόλο του, ήταν στη «Λόλα» όπου έπαιξε με μοναδικό και πειστικό τρόπο τον αδίστακτο άνθρωπο της νύχτας, «Στέλιο».
Αλλά ήταν και αυτή η φορά που το κοινό υποκλίθηκε στο ανυπέρβλητο ταλέντο του που δεν περιοριζόταν μόνο στις κωμωδίες. Άλλο αν συνδέθηκε με το είδος αυτό, το οποίο υπηρέτησε πιστά γράφοντας ιστορία με χρυσά γράμματα.
Για τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά και είναι αυτή μία μεγάλη αντίθεση, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο σπουδαίος αυτός ηθοποιός, στην πραγματικότητα ήταν ο πιο «κρυψίνους» και διακριτικός σε ο, τι αφορούσε την προσωπική του ζωή.
Του «Νιόνιου» μας δεν του άρεσε η δημοσιότητα, απεχθανόταν τους προβολείς, όταν αυτοί δεν ήταν ενός κινηματογραφικού στούντιο.
Η καθημερινότητα του περιλάμβανε γυρίσματα και θεατρικές παραστάσεις και ο χρόνος που του απέμενε, ήταν οι προσωπικές του στιγμές, τις οποίες φρόντιζε να προστατεύει με τρόπο ιερό. Δεν ήταν από τους ανθρώπους που καυχιόταν για τις γνωριμίες του (ήταν καλός φίλος με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αλλά ποτέ δε διέτεινε την προσωπική σχέση που είχαν) μα ούτε και για τις κατακτήσεις του. Και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος είχε πολλές κατακτήσεις στο γυναικείο φύλο, τις οποίες συνήθιζε να σχολιάζει με το χιούμορ που τον διέκρινε.
«Τη βλέπεις αυτή τη καράφλα; Κάθε μία τρίχα είναι και μία ικανοποιημένη γυναίκα»
Για τις γυναίκες που πέρασαν από τη ζωή του, μόνο οι πολύ δικοί του άνθρωποι γνώριζαν. Ήταν τόσο προστατευτικός ο ηθοποιός που ποτέ δε διέρρευσε το όνομα ή η ιστορία κάποιου έρωτά του.
Ο μόνος που έγινε γνωστός, ήταν εκείνος για την Άννα Καλουτά. Η γοητευτική ηθοποιός της ελληνικής επιθεώρησης είχε τραβήξει το ενδιαφέρον του Παπαγιαννόπουλου, στο πρόσωπο της οποίας βρήκε τον έρωτα. Ένας έρωτας, όμως, που έμεινε ανεκπλήρωτος, αφού η Καλουτά διατηρούσε σχέση με τον συνάδελφό του και συμπολεμιστή του στο Αλβανικό Μέτωπο, Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Και μόνο ότι μοιράστηκαν μαζί την εμπειρία να πολεμήσουν για την Πατρίδα στο Έπος του ’40, ήταν για το «Νιόνιο» λόγος τιμής για να «θάψει» τα όποια συναισθήματά του για την Άννα Καλουτά.
«Εγώ ροχαλίζω πολύ, ποια γυναίκα θα με ανεχτεί;»
Για τον ηθοποιό Διονύση Παπαγιαννόπουλο έχει κανείς να θυμάται πολλές και χαρακτηριστικές σκηνές της πολύχρονης πορείας του στον κινηματογράφο. Από τις πιο χαρακτηριστικές είναι σίγουρα τα μοναδικά χασμουρητά που έριχνε, η ώρα που πήγαινε για ύπνο, ο τρόπος που ξάπλωνε στο κρεβάτι και το ροχαλητό του.
Και όπως φαίνεται, μάλλον σε αυτό δανειζόταν στοιχεία από την κανονική του ζωή. Ενδεικτική είναι η απάντηση που έδινε σε όσους επέμεναν να τον ρωτάνε γιατί δεν παντρεύτηκε. Γιατί μπορεί η ερώτηση να ήταν αδιάκριτη, όμως, ο ίδιος φρόντιζε να την αντιμετωπίζει με χιούμορ.
«Εγώ ροχαλίζω πολύ, ποια γυναίκα θα με ανεχτεί;» τους έλεγε. Και κάπου εκεί η κουβέντα σταματούσε. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ήθελε, λένε, να παντρευτεί, όμως, ο γάμος δεν ήρθε ποτέ. Αν ήταν επιλογή του, αν έφταιγε το… ροχαλητό ή υπήρχε πίσω από την απόφασή του να μείνει μόνος στη ζωή άλλος λόγος, το γνώριζε μόνο ο ίδιος. Και οι πολύ δικοί του άνθρωποι.