Τα κορίτσια που κακοποιήθηκαν σεξουαλικά στην παιδική τους ηλικία είναι πολύ πιθανό να γίνουν παχύσαρκα μεγαλώνοντας. Όπως πολλές ακόμα γυναίκες, έτσι και η Pauline Sharp κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες φαγητού γιατί μόνο έτσι πίστευε ότι αντιμετώπιζε τα προβλήματά της και χρησιμοποιούσε τα κιλά της ως μάσκα, ως ένα παραπέτασμα που θα την κρατούσε κρυμμένη από τον έξω κόσμο.
«Δεν μπορώ να θυμηθώ τη γεύση όσων έτρωγα όταν ήμουν παιδί. Υπέφερα από μικρή ηλικία λόγω της συναισθηματικής και σωματικής κακοποίησης από τους γονείς μου. Καθεμία από τις αισθήσεις μου ήταν νεκρή. Όταν ζεις στον «αυτόματο πιλότο», δεν αισθάνεσαι τίποτα.
Το σπίτι της οικογένειάς μου εξωτερικά ήταν όπως όλα τα άλλα σπίτια, αλλά μέσα ήταν κανονικό κολαστήριο. Η κακοποίηση ήταν το φόρτε του πατέρα μου. Η μητέρα μου δεν ήταν παρά το υποχείριο του. Τον περίμενε κάθε πρωί στην πόρτα για να του φορέσει το μπουφάν του και να του δώσει τον χαρτοφύλακα στο χέρι και τον περίμενε επίσης στην πόρτα κάθε βράδυ με το δείπνο έτοιμο και σερβιρισμένο στο τραπέζι. Την ενδιέφερε μόνο να του αρέσει οτιδήποτε του μαγείρευε. Εμένα δεν με ρώτησε ποτέ κανείς, ούτε έδειξαν ποτέ να ενδιαφέρονται για μένα.
Κάθε φορά που καθόμασταν στο τραπέζι να φάμε σαν οικογένεια, ο πατέρας μου το μόνο που μου έλεγε ήταν πόσο τυχερή είμαι που υπήρχε κάποιος να με ταΐσει. Καθόμουν πάντα ήσυχη στη γωνία του τραπεζιού μη τολμώντας να κοιτάξω κανέναν από τους δύο και προσπαθώντας να μην κάνω ψίχουλα. Με θυμάμαι πάντα τρομοκρατημένη να μην τολμώ να πω τίποτα που μπορεί να τους ενοχλούσε. Πίστευα πως αν ήμουν καλό παιδί, θα κέρδιζα την αγάπη τους, αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ.
Όταν ήμουν ζωηρή, με άφηναν νηστική. Κατέβαινα κρυφά για να μη με ακούσουν τη νύχτα στην κουζίνα και έτρωγα ο, τι έβρισκα. Όσο απίστευτο και αν ακουστεί είχε τύχει κάποτε να φάω ένα κομμάτι τσίχλα που κάποιο παιδί είχε κολλήσει κάτω από μία κούνια μήπως και καταφέρω να ξεγελάσω την πείνα μου. Έκλεβα από την κουζίνα μας τυρί, ψωμί και ντομάτες και τα έτρωγα κρυφά στο δωμάτιό μου. Αν με έπιαναν, θα με τιμωρούσαν σκληρά.
Οι γονείς μου δεν ήθελαν και πολύ για να με τιμωρήσουν. Επινοούσαν διάφορα μόνο και μόνο για να μου κάνουν κακό. Αν δεν έστρωνα καλά το κρεβάτι μου ή έφτανα στο σχολείο πέντε λεπτά αργότερα, με χτυπούσαν με μία ξύλινη κουτάλα και όχι μόνο. Πολλές φορές με έκοβαν, με έκαιγαν ή με κακοποιούσαν σεξουαλικά ανάλογα με τις ορέξεις τους. Χρησιμοποιούσαν διάφορα αντικείμενα πάνω μου για να με ταπεινώσουν. Ένα πρωί που ήμουν άρρωστη, με τάισε η μάνα μου λαπά και όταν τον έκανα εμετό με ανάγκασε να φάω τον ίδιο μου τον εμετό. Ακόμα και σήμερα αγωνίζομαι να ξεπεράσω την ντροπή αυτών των αναμνήσεων.
Μου είχαν απαγορεύσει να επισκέπτομαι τα σπίτια φίλων μου εκτός από μία και μόνο φορά που με άφησαν να πάω στο σπίτι μιας φίλης μου. Ο, τι μου έχει μείνει από εκείνη την ημέρα ήταν τα γέλια και η φασαρία που επικρατούσε στο σπίτι. Ο αέρας μύριζε φρεσκοψημένα μπισκότα και αυτό που μου έκανε πιο πολλή εντύπωση απ’ όλα ήταν η άνεση με την οποία όλοι άνοιγαν το ψυγείο. Στο σπίτι μου δεν τολμούσα να το κάνω. Κάτι τέτοιο θα επέφερε τη μέγιστη τιμωρία. Δεν τολμούσα ούτε από μπροστά του να περάσω.
Μετά από χρόνια σεξουαλικής κακοποίησης από τον πατέρα μου και από άλλους άντρες δεν είχα καταφέρει να ξεφύγω από τον έλεγχό τους μέχρι την ηλικία των 22 ετών, που έφυγα από το σπίτι και έπιασα δουλειά στον Καναδά. Έφυγα όσο πιο μακριά μπορούσα, αλλά ποτέ δεν απελευθερώθηκα πραγματικά από εκείνους.
Κάθε μέρα φορούσα ένα «προσωπείο» για να κρύψω αυτό που πραγματικά συνέβαινε μέσα μου. Εν τω μεταξύ το βάρος μου μέρα με τη μέρα αυξανόταν. Προσπαθούσα να χτίσω μία φυσιολογική ζωή μακριά από τους γονείς μου και κάθε φορά που πίστευα ότι είχα πάρει τον έλεγχο της ζωής μου στα χέρια μου, τον έχανα ξανά. Έκανα ένα βήμα μπρος και πέντε πίσω και οι συνήθειές μου γίνονταν στο πέρασμα του χρόνου όλο και πιο καταστροφικές.
Δεν είχα μάθει παρά να κάνω κακό στο σώμα μου. Μου έλεγαν πάντα ότι ήμουν «γεμάτη δηλητήριο» και έτοιμη να καταστρέψω οποιονδήποτε γύρω μου. Άρχισα να αυτοτραυματίζομαι στην ηλικία των 8 ετών, να πίνω και να τρώω όσο περισσότερο μπορούσα όταν έβρισκα την ευκαιρία.
Ο πατέρας μου με είχε κάνει να πιστεύω ότι όλοι με κοιτούσαν και έβλεπαν πόσο σάπια ήμουν μέσα μου. Προσπάθησα να απαλλαγώ απ’ αυτή τη σκέψη, αλλά δεν μπόρεσα. Πάλευα να γεμίσω το σώμα μου με λίπος. Η πείνα μου ήταν ακόρεστη. «Αφού ήμουν ήδη άσχημη», σκεφτόμουν «Γιατί να μη γίνω ακόμα πιο άσχημη; Τότε ίσως οι άνθρωποι σταματούσαν να με παρατηρούν».
Κάθε φορά που αισθανόμουν χάλια, παρήγγελνα φαγητό και το έτρωγα στο δωμάτιό μου. Δεν μιλάμε για μικρές, αλλά για τεράστιες παραγγελίες που αρκούσαν να ταΐσουν ολόκληρες οικογένειες. Κοίταζα τα «βουνά» που έφτιαχνε το φαγητό μπροστά μου και έλεγα στον εαυτό μου «Δεν θέλω να το κάνω, αλλά πρέπει». Όταν κατάφερνα να το καταναλώσω όλο, αισθανόμουν ανακούφιση από τον πόνο που μου είχαν προκαλέσει οι γονείς μου και όλα αυτά μόνο για λίγα δευτερόλεπτα. Έτρωγα μέχρι που ένιωθα άρρωστη. Μερικές ώρες αργότερα ένιωθα την ίδια ανάγκη να φάω και πάλι.
Κάθε μέρα φορούσα τη «μάσκα» μου και το έπαιζα φυσιολογική. Το βάρος μου είχε ξεπεράσει από καιρό τα όρια του φυσιολογικού. Πλέον ήμουν παχύσαρκη, αισθανόμουν όμως καλά με τον εαυτό μου γιατί πίστευα ότι έτσι ήμουν ασφαλής από τα λάγνα βλέμματα που με παρακολουθούσαν. Η παχυσαρκία μου με προστάτευε απ’ όσους ήθελαν να μου κάνουν κακό, με έκανε να νιώθω αόρατη. Ποιος άλλωστε θα ασχολιόταν με ένα χοντρό και άσχημο τίποτα;
Περπατούσα στο δρόμο και με κορόιδευαν. Με έλεγαν χοντρή, ελέφαντα και πολλά ακόμη κοσμητικά. Με χλεύαζαν, με έβριζαν και εγώ χαιρόμουν, γιατί είχα πετύχει αυτό που ήθελα. Έτσι ένιωθα και εγώ για τον εαυτό μου. Όσα άσχημα σχόλια και αν άκουγα, μου άξιζαν. Έτσι ήθελα να με αντιμετωπίζουν.
Για πολλά χρόνια το πάλευα να φαίνομαι φυσιολογική. Έκρυβα τον πόνο της παιδικής μου ηλικίας απ’ όλους. Έκανα ο, τι μπορούσα για να κρατήσω το κεφάλι μου έξω από το νερό. Ποτέ δεν είπα σε κανέναν τι μου συνέβη. Το 1991 γνώρισα το σύζυγό μου, έναν καταπληκτικό άνθρωπο και μαζί κάναμε ένα αγοράκι. Το μόνο που ήθελα ήταν να του δημιουργήσω όμορφες και ευτυχισμένες αναμνήσεις, έτσι έβαλα στην άκρη όποια κακή ανάμνηση είχα. Ήθελα να του δείξω πως τον αγαπούσα.
Στα 40 μου συνέβη ένα περιστατικό που με έκανε σχεδόν να καταρρεύσω και να διαλύσω ο, τι είχα χτίσει μέχρι τώρα. Ήμασταν διακοπές οικογενειακώς, όταν είδα έναν άντρα να με κοιτάζει με ένα προκλητικό, λάγνο βλέμμα. Ο τρόπος που με κοιτούσε μου πυροδότησε πολλές αναμνήσεις. Όταν ήμουν 15 χρονών υπέστην νευρικό κλονισμό εξαιτίας της σεξουαλικής κακοποίησης που τόσα χρόνια δεχόμουν. Χρειάστηκε να νοσηλευτώ σε ψυχιατρική κλινική για 7 εβδομάδες. Ακόμα και μέσα στο ψυχιατρείο, ακόμα και στο προαύλιο, δεν σταμάτησα να αυτοτραυματίζομαι και να τρώω ακατάπαυστα. Με θυμάμαι να παραγγέλνω πέντε-πέντε τις πίτσες και να τις τρώω στο δωμάτιό μου. Γλυκά, σοκολάτες, ο, τι έβρισκα το έτρωγα.
Μετά από πολλές συνεδρίες με ψυχολόγους, ψυχιάτρους και νευρολόγους βρήκα μία ψυχολόγο που με βοήθησε να ανοιχτώ και να πω όσα πέρασα στην παιδική μου ηλικία. Άρχισα για πρώτη φορά να επεξεργάζομαι όσα είχα ζήσει. Η θεραπεία είχε επίκεντρο τη διατήρηση της σταθερότητας στη ζωή μου και όχι να θεραπεύσει τη επιβλαβή σχέση μου με το φαγητό.
Ήξερα ότι δεν ήμουν καλά. Ήμουν ήδη 130 κιλά και συνέχιζα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να τρώω. Όσο κι αν πονούσαν τα γόνατά μου και η μέση μου, εγώ συνέχιζα. Ανακάλυψα ότι είχα αρθρίτιδα, υγρό στο γόνατο και διάφορες άλλες βλάβες στα κάτω άκρα που δεν με άφηναν καν να περπατήσω. Μου είπαν ότι είχα υψηλή αρτηριακή πίεση και βρισκόμουν στα πρόθυρα διαβήτη. Τίποτα από αυτά δεν με πτόησε. Το φαγητό και ο αυτοτραυματισμός ήταν τα μόνα εργαλεία που είχα για να ελέγξω το πώς ένιωθα.
Όσο και αν υπέφερα, όσο κι αν μισούσα το σώμα μου, δεν ήθελα να πεθάνω και να αφήσω την οικογένειά μου μόνη. Έπρεπε να χάσω γύρω στα 30 κιλά αν ήθελα να χειρουργηθώ βάζοντας γαστρικό μανίκι.
Έπρεπε να το αντιμετωπίσω και να μιλήσω ανοιχτά για αυτό που μου συνέβη, αν ήθελα να χάσω κιλά. Δεν ήμουν διατεθειμένη ακόμα να το κάνω. Δεν ένιωθα πουθενά ασφάλεια. Έχασα κάποια κιλά, αλλά ακόμα δεν ήμουν ο εαυτός μου. Σύντομα επέστρεψα και πάλι στις παλιές, κακές μου συνήθειες.
Τα προβλήματα υγείας μου ήταν τόσο άσχημα που ο γιατρός μου έκανε εισαγωγή στο νοσοκομείο για γαστρικό bypass. Πριν το χειρουργείο πέρασα από πολλούς ψυχιάτρους για να βεβαιωθούν ότι ήμουν σε καλή κατάσταση, αλλά το δούλεψα και προσωπικά με τη βοήθεια της ψυχολόγου μου.
Πριν χειρουργηθώ ήμουν πανέτοιμη για τη μεγάλη αλλαγή, αλλά μόλις ξύπνησα, αισθάνθηκα «εκτεθειμένη». Έβλεπα μέρα με τη μέρα να χάνω κιλά και αντί να χαρώ, με είχε πιάσει πανικός. Ένιωθα πως με κοίταζαν όλοι στο δρόμο όπως τότε. Ένιωσα ευάλωτη λες και είχα χάσει τη μάσκα που τόσα χρόνια φορούσα και έβλεπαν ξαφνικά όλοι πόσο κακιά ήμουν. Έπαψα να επισκέπτομαι την ψυχολόγο μου, αλλά σύντομα κατάλαβα ότι χωρίς τη βοήθεια της δεν θα μπορούσα να τα καταφέρω.
Λίγους μήνες μετά το γαστρικό bypass ξαναμπήκα στο χειρουργείο λόγω επιπλοκών. Όταν ξύπνησα από το χειρουργείο, μου είπαν ότι ο πατέρας μου είχε υποστεί καρδιακή προσβολή και ότι ήταν νεκρός στο ίδιο νοσοκομείο που ήμουν και εγώ, λίγους ορόφους πιο κάτω.
Όταν η νοσηλεύτρια με πήγε με το αναπηρικό καροτσάκι να τον δω, ένιωσα άρρωστη. Τον σκούνταγα για πολλή ώρα με το χέρι μου για να βεβαιωθώ ότι ήταν νεκρός. Για πρώτη φορά αισθάνθηκα ανακουφισμένη. Τα εγκλήματά του πέθαναν μαζί του. Ποτέ δεν κατήγγειλα στην αστυνομία ούτε εκείνον ούτε τη μητέρα μου, ούτε τιμωρήθηκε ποτέ κανείς για ο,τι μου συνέβη.
Έχουν περάσει δύο χρόνια από τότε και έχω μάθει να αντιμετωπίζω το σώμα μου με σεβασμό και καλοσύνη. Το περιποιούμαι και τρέφομαι σωστά.
Όλη μου τη ζωή αισθανόμουν λες και κάποιος έψαχνε μέσα μου να βρει κάτι που εγώ δεν έβλεπα. Πλέον μιλώ ανοιχτά για την κακοποίηση που υπέστην και προσπαθώ να κάνω και τους άλλους να ανοιχτούν. Πιστεύω ότι αξίζω να αγαπηθώ, όπως κάθε άνθρωπος στη γη.
Εξακολουθώ να επισκέπτομαι την ψυχολόγο μου και να δουλεύω τα όποια αρνητικά συναισθήματα και την αυτοτραυματική μου συμπεριφορά μόνο που τώρα έχω μία λιγότερο βλαβερή σχέση με τον εαυτό μου.
Το χειρουργείο μου άφησε αρκετές ουλές και αρκετό χαλαρό δέρμα. Όλα αυτά κρύβουν μία ιστορία πίσω τους. Το σώμα μου μπορεί να μην είναι όμορφο, αλλά δεν κινδυνεύω πια. Η πίεσή μου είναι φυσιολογική και ξεπέρασα τον κίνδυνο του διαβήτη.
Απολαμβάνω τα απλά πράγματα, όπως το να ταξιδεύω με αεροπλάνο και να βλέπω πόσο εύκολα κλείνει η ζώνη γύρω από τη μέση μου. Κάνω ιππασία, πηγαίνω σε ινστιτούτα αισθητικής και μαζεύω χρήματα για φιλανθρωπίες.
Απολαμβάνω το φαγητό μου χωρίς να θέλω να βλάψω τον εαυτό μου. Αυτή η αίσθηση είναι απελευθερωτική. Τρώμε μαζί με τον άντρα μου και το γιο μου και κάθε μπουκιά για μένα είναι γεύση και απόλαυση και όχι πόνος.
Αγωνίζομαι ακόμα να ξεπεράσω τα ψυχολογικά μου προβλήματα, αλλά τουλάχιστον έχω το σωστό βάρος και έχω βρει αρκετές στρατηγικές αντιμετώπισης για τον αυτοτραυματισμό μου και την αρρωστημένη επιθυμία μου για φαγητό.
Ελπίζω μία μέρα όλοι όσοι χρειάζονται βοήθεια, να μπορέσουν να τη βρουν και να προχωρήσουν στη ζωή τους. Ελπίζω η ιστορία μου να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για πολλούς που αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα.
Οι ψυχολόγοι αναφέρουν: «Οι διατροφικές διαταραχές είναι μία στρατηγική αντιμετώπισης για γυναίκες και νεαρά κορίτσια που βίωσαν σεξουαλική κακοποίηση κατά την παιδική τους ηλικία. Οι διατροφικές διαταραχές αποτελούν μία προσπάθεια να ανακτήσουν τον έλεγχο του σώματός τους, ένα τρόπο να αποφύγουν τα ανδρικά βλέμματα και να επιστρέψουν σε μία εποχή που τα σώματά τους δεν μαγνήτιζαν πρόστυχα βλέμματα. Για όλους εμάς που συνεργαζόμαστε με θύματα σεξουαλικής κακοποίησης σημασία έχει η αντιμετώπιση του υποκειμένου ζητήματος και η διερεύνηση της αιτίας. Σκοπός δεν είναι να κρίνουμε, αλλά να μάθουμε τι συνέβη».
Πηγή: bbc.com