Ουίσκι και τσιγάρο. Εγώ που δεν ήξερα τι σήμαιναν αυτά, είναι πια στο πρόγραμμά μου. Η άμυνά μου. Όχι πολύ, όχι ανεξέλεγκτα. Λίγο. Ίσα για να χαλαρώσω και να τρέξουν τα δάκρυα από μόνα τους στα μάγουλά μου. Πάντα μετά τις 10 να μη με δει κανείς. Μη με δούν τα παιδιά, μη με δουν οι πελάτες, μη με δει ο πρώην άντρας μου.
Μη με «δεις» εσύ.
Δεν θέλω κανείς να με λυπάται, δεν είμαι για λύπηση. Ούτε για αναπλήρωση. Αναπληρωματική δεν έπαιξα ποτέ και αποκούμπι δεν υπήρξα για κανέναν. Αν κάτι σε τράβηξε σ΄εμένα, ήταν που ήμουνα κυρία. Με λάθη μεν, κυρία δε. Ποια είμαι εγώ που θα το πάρω πίσω, τώρα που μ’ άδειασες στεγνά;
Δεν θέλω να πιστέψω πως με άδειασες. Πώς πήρες πίσω ό,τι είπες κι ό,τι έκανες. Πάντα σε δικαιολογούσα και ακόμα και τώρα προσπαθώ. Ψέμματα όμως δεν μπορώ να πω. Και με άδειασες και τα πήρες όλα πίσω. Δεν το παραδέχομαι ούτε σ΄εμένα, αλλά εκ του αποτελέσματος, έτσι έγινε.
Είναι παράνοια να είσαι με κάποιον που λες ότι δεν θες κι ακόμα μεγαλύτερη, να ζεις χώρια από εκείνον που λες πως θέλεις στη ζωή σου. Κάτι από τα δύο δεν ισχύει.
Γεμίζω τη μέρα μου για να μην σκέφτομαι. Αλλάζω σταθμό να παίζει ροκ για να μην «πέφτω». Επιτρέπω στο μυαλό μου να φέρνει το όνομά σου, μόνο 50 από τις 100 φορές τη μέρα. Απαγορεύω στη μνήμη μου να ανακαλεί τα μάτια σου, το φιλί σου, την ανάσα σου. Κάνω πως δεν είμαι εδώ για να μην μπω στον πειρασμό να σου μιλήσω. Τα βράδια λέω στον εαυτό μου πως κοιμάσαι μόνος σου. Μα η αλήθεια είναι αυτή, δεν είσαι μόνος. Αν ήθελες, θα ήσουνα μαζί μου. Όλα τα άλλα είναι μαλακίες!
Δεν έχω άλλες αντοχές, τα ‘κανα όλα στη ζωή μου.
Δεν έχω άλλη υπομονή, πάτησαν πάνω της πολλοί.
Μα δεν περίμενα ότι θα πάταγες κι εσύ. Κι αυτό είναι που με πλήγωσε πιο πολύ απ’ όλα.
Το «κατόπιν εορτής, χρόνια πολλά!».
Πρώτα σκεφτόμαστε και μετά αγαπάμε.
Όταν συμβαίνει το ανάποδο, πάντα κάποιον θα πληγώσεις.
Συνήθως αυτόν που σου άφησε τον περισσότερο χώρο να ανασάνεις.
Αυτόν που δεν παραπονέθηκε, δεν διεκδίκησε, δεν πίεσε.
Αυτόν που σου φέρθηκε πιο «σπαθί» απ’ όλους.
Αυτός πάντα τη πληρώνει.
Παίρνω την αξιοπρέπειά μου και σε χαιρετώ. Με τη συνείδησή μου καθαρή, πως ήμουν εντάξει απέναντί σου. Εγώ δεν μπαίνω στην αναμονή και στην ουρά του Ζάρα δεν έκατσα ποτέ. Αν θελήσεις, αν ελευθερωθείς, αν «καθαρίσεις», ξέρεις που θα με βρείς. Προς το παρόν, στο πουθενά.
Το μεγαλύτερο φάρμακο στον άνθρωπο, είναι να ξέρει τι θέλει απ’ τη ζωή του.
Ειδικά στον άντρα.
Είναι αυτό, που κάνει το παντελόνι που φοράει, να ξεχωρίζει απ’ το καλσόν.
Καλή ανάρρωση!