Όσο περνάνε τα χρόνια, και παρά τη κρίση που θεωρητικά θα μας έκανε καλύτερους, διαπιστώνω πως γινόμαστε όλο και χειρότεροι. Η δικαιολογία, το ψέμα και το απανταχού τάξιμο είναι στην ημερήσια διάταξη χωρίς να μας νοιάζει πώς θα νιώσει ο άλλος. Μας νοιάζει μόνο η στιγμιαία καύλα, η ηδονή ότι βγήκαμε εμείς καλοί έστω και με ψέματα. Και φυσικά σε όλο αυτό, σιγοντάρει και η νοοτροπία να κάνουμε το θύμα, θύτη, με «επιχειρήματα» του τύπου: «Μα καλά χαζή ήταν, δεν καταλάβαινε ότι τη κορόιδευε;» ή «Καλά να πάθει, αφού είναι χαζή και τα πιστεύει».
Γιατί σήμερα, το να πιστεύεις τον άνθρωπο που αγαπάς-ερωτικά ή φιλικά, δεν έχει σημασία-θεωρείται αδυναμία για την οποία φέρεις ευθύνη, μεγαλύτερη από εκείνου που σε γέλασε. Κάτι σαν το «τα θελε ο απαυτός της» αλλά σε χειρότερη μορφή. Γιατί χειρότερη;
Γιατί δεν υπάρχει χειρότερο παιχνίδι από εκείνο της ψυχής.
Κι αυτός που σου λέει αυτά που θες να ακούσεις, παίζει με αυτή.
Και παίζει επικίνδυνα.
Γιατί αρκετοί άνθρωποι στη καλύτερη καταλήγουν με κατάθλιψη και στη χειρότερη, αυτοκτονούν.
Δεν ξέρεις ο κάθε ένας πώς το παίρνει αυτό που ακούει, πόσο το μεγεθύνει στο μυαλό του, πού το φτάνει.
Δεν είναι μόνο το «θα» υπόσχεση. Οι υποσχέσεις δεν είναι μόνο λόγια.
Είναι κυρίως, έργα.
Όταν διεκδικείς επίμονα τη συνάντηση, το μήνυμα, το φιλί, τη προσοχή, υπόσχεσαι άτυπα να είσαι εκεί.
Μπορεί να μην έταξες σχέσεις, γάμους και παιδιά, έταξες όμως κάτι πιο βαρύ: Την παρουσία σου.
Κι αν αυτό δεν το εννοείς, είναι παιχνίδι επικίνδυνο.
Παιχνίδι με την ανάγκη κάποιου να αγαπηθεί, να ακούσει αυτά που λαχταρά η καρδιά του, αυτά που θα διώξουν τη μοναξιά του.
Κι όταν αποφασίζεις πως το παιχνίδι τέλειωσε κι ο άλλος δεν ήταν ποτέ έτοιμος γι’ αυτό, δεν μπορείς να κρύβεσαι πίσω από το «εγώ δεν υποσχέθηκα».
Γιατί υποσχέθηκες, όλες τις φορές που υπήρξες.
Όλες τις στιγμές που μίλησες σε χρόνο μέλλοντα.
Κι αυτό είναι πιο ισχυρό από οποιοδήποτε «υπόσχομαι να…».
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη κατηγορία, οι ενθουσιασμένοι.
Αυτοί που ενθουσιάζονται και τη δεδομένη στιγμή, πιστεύουν πραγματικά αυτό που λένε ότι αισθάνονται αλλά δεν είναι τίποτα άλλο, παρά τα συμπτώματα μιας ίωσης σε έξαρση.
Μιας ίωσης που όπως όλες οι αρρώστιες, μόλις κάνει τον κύκλο της, φεύγει και ψάχνει να «χτυπήσει» άλλον οργανισμό.
Το ίδιο ή πιο αδύναμο, από τον δικό σου.
Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι κακοί ή πονηροί, μα καταλήγουν να κάνουν την ίδια ακριβώς ζημιά με εκείνους που είναι.
Από όποια πλευρά κι αν βρίσκεσαι-του ενθουσιασμένου ή του κακού-μην παίζεις με τα αισθήματα των άλλων, τη καλή τους τη καρδιά, την ευπιστία και το χρόνο τους.
Δεν ξέρεις πώς το εισπράττει κάθε άνθρωπος, πώς αντιδρά ή γιατί μπορεί να είναι ευάλωτος εκείνο τον καιρό.
Κι αν ξέρεις, ακόμα χειρότερα για σένα που πας συνειδητά να ανοίξεις σε έναν άνθρωπο, άλλη μια πληγή.
Δεν παριστάνω την Οσία, δεν είμαι.
Έχω κι εγώ υποσχεθεί πράγματα που στη πορεία, δεν μου βγήκαν όπως τα περίμενα.
Μα ακόμα και τότε, μίλησα. Εξήγησα. Είπα την αλήθεια.
Όχι αυτή που με έκανε να δείχνω καλός άνθρωπος ή εκείνη που ήθελε να ακούσει ο άλλος.